Τρίτη 6 Ιανουαρίου 2015

η φιλαυτία είναι το μεγαλύτερο κακό για τον άνθρωπο

κείμενο


     Πάντων δὲ μέγιστον κακῶν ἀνθρώποις τοῖς πολλοῖς ἔμφυτον ἐν ταῖς ψυχαῖς ἐστιν, οὗ πᾶς αὑτῷ συγγνώμην ἔχων ἀποφυγὴν οὐδεμίαν μηχανᾶται· τοῦτο δ' ἔστιν ὃ λέγουσιν ὡς φίλος αὑτῷ πᾶς ἄνθρωπος φύσει τέ ἐστιν καὶ ὀρθῶς ἔχει τὸ δεῖν εἶναι τοιοῦτον. τὸ δὲ ἀληθείᾳ γε πάντων ἁμαρτημάτων διὰ τὴν σφόδρα ἑαυτοῦ φιλίαν αἴτιον ἑκάστῳ γίγνεται ἑκάστοτε. τυφλοῦται γὰρ περὶ τὸ φιλούμενον ὁ φιλῶν, ὥστε τὰ δίκαια καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ καλὰ κακῶς κρίνει, τὸ αὑτοῦ πρὸ τοῦ ἀληθοῦς ἀεὶ τιμᾶν δεῖν ἡγούμενος· οὔτε γὰρ ἑαυτὸν οὔτε τὰ ἑαυτοῦ χρὴ τόν γε μέγαν ἄνδρα ἐσόμενον στέργειν, ἀλλὰ τὰ δίκαια, ἐάντε παρ' αὑτῷ ἐάντε παρ' ἄλλῳ μᾶλλον πραττόμενα τυγχάνῃ. (Πλάτων, Νόμοι, 731d-732a).
σχόλια
συγγνώμην ἔχω τινι = συγχωρώ κάποιον / προσοχή!!!:οι τύποι αὑτῷ, αὑτοῦ παίρνουν δασεία (αυτοπαθητική αντωνυμία) / ἔχων: αιτιολογική μτχ. ( = ὅτι-διότι ἔχει) μηχανῶμαι ἀποφυγήν τινος = επινοώ, εφευρίσκω απαλλαγή από κάτι / οὗ: γεν. αντικ/κή από το ἀποφυγήν / ὃ λέγουσιν: η δευτ. αναφορική πρότ. κατηγορούμενο στο τοῦτο της κύριας που προηγείται / ὡς φίλος αὑτῷ πᾶς ἄνθρωπος φύσει τέ ἐστιν // καὶ ὀρθῶς ἔχει τὸ δεῖν εἶναι τοιοῦτον: οι δύο δευτ. ειδικές προτ. επεξηγούν το της αναφορικής / τὸ δεῖν: υποκ. του ἔχει / τὸ δὲ: υποκ. του γίγνεται / τὸ αὑτοῦ (αντικ. του τιμᾶν) πρὸ τοῦ ἀληθοῦς (εμπρόθ. προσδ. που δηλώνει σύγκριση) ἀεὶ τιμᾶν (τελ. απρμφ., υποκ. του απρόσ. δεῖν) δεῖν (ειδ. απρμφ., αντικ. της μτχ. ἡγούμενος) ἡγούμενος ( = ὅτι-διότι ἡγεῖται: αιτιολογ. μτχ.) / στέργω + αιτιατ. = αγαπώ / τόν  ἐσόμενον: επιθ. μτχ., υποκ. του απρμφ. στέργειν / ἄνδρα: κτγρμ. στο τὸν / τὰ δίκαια: αντικ. του στέργειν και ενν. υποκ. του ρ. τυγχάνῃ / χρὴ στέργειν: μελλοντική έκφραση, απόδοση των υποθετ. προτ. (προσδοκώμενο).
μετάφραση
 Το μεγαλύτερο από όλα τα κακά είναι έμφυτο στους περισσότερους ανθρώπους μέσα στις ψυχές τους, από το οποίο (κακό) κανείς δε βρίσκει καμιά απαλλαγή επειδή το συγχωρεί στον εαυτό του· αυτό ( το κακό) είναι εκείνο που λένε, ότι δηλαδή κάθε άνθρωπος από τη φύση του αγαπά τον εαυτό του και πως είναι σωστό το ότι πρέπει να είναι τέτοιου είδους. Αυτό όμως στην πραγματικότητα γίνεται πάντα για τον καθένα η αιτία όλων των σφαλμάτων εξαιτίας της υπερβολικής αγάπης προς τον εαυτό του. Γιατί αυτός που αγαπά τυφλώνεται για εκείνο που αγαπά, ώστε κρίνει εσφαλμένα τα δίκαια και τα καλά και τα ωραία, επειδή νομίζει ότι πρέπει να τιμά πάντοτε το δικό του (περισσότερο) από την αλήθεια· γιατί αυτός που θα γίνει μεγάλος άντρας δεν πρέπει να αγαπά ούτε τον εαυτό του ούτε τα δικά του, αλλά τα δίκαια είτε αυτά συμβαίνει να γίνονται στο περιβάλλον του είτε περισσότερο στο περιβάλλον άλλου.

Πέμπτη 1 Ιανουαρίου 2015

Μομφές Λακεδαιμονίων κατά Κορινθίων



    κείμενο
Λακεδαιμόνιοι δὲ αἰσθόμενοι τὸν θροῦν τοῦτον ἐν τῇ Πελοποννήσῳ καθεστῶτα καὶ τοὺς Κορινθίους διδασκάλους τε γενομένους καὶ αὐτοὺς μέλλοντας σπείσεσθαι πρὸς τὸ ῎Αργος, πέμπουσι πρέσβεις ἐς τὴν Κόρινθον βουλόμενοι προκαταλαβεῖν τὸ μέλλον, καὶ ᾐτιῶντο τήν τε ἐσήγησιν τοῦ παντὸς καὶ εἰ ᾿Αργείοις σφῶν ἀποστάντες ξύμμαχοι ἔσονται, παραβήσεσθαί τε ἔφασαν αὐτοὺς τοὺς ὅρκους, καὶ ἤδη ἀδικεῖν ὅτι οὐ δέχονται τὰς ᾿Αθηναίων σπονδάς, εἰρημένον κύριον εἶναι ὅτι ἂν τὸ πλῆθος τῶν ξυμμάχων ψηφίσηται, ἢν μή τι θεῶν ἢ ἡρώων κώλυμα ᾖ.   (Θουκ. Ε.30)
σχόλια
 αἰσθόμενοι: χρον. μτχ. (= ἐπεὶ ᾔσθοντο) / καθεστῶτα-γενομένους-μέλλοντας: κτγρμτ. μτχ. από το αἰσθόμενοι / σπείσεσθαι: απρμφ.  μέλλ. του ρ. σπένδομαι ( = συνθηκολογώ)· τελ. απρμφ., αντικ. του μέλλοντας / βουλόμενοι: αιτιολογ.  μτχ. ( = ὅτι/διότι ἐβούλοντο) / εἰ ᾿Αργείοις σφῶν ἀποστάντες ξύμμαχοι ἔσονται: δευτ. αιτιολογ. πρότ. υποθετικής αιτιολογίας· εξαρτάται από το ενν. ἠγανάκτουν ή δεινὸν ἐποιοῦντο ή δεινὸν αὐτοῖς ἐφαίνετο, το οποίο εξάγεται από το ᾐτιῶντο / ἀποστάντες: χρον. μτχ. (ἐπειδὰν ἀποστῶσι) / ὅτι οὐ δέχονται τὰς ᾿Αθηναίων σπονδάς, εἰρημένον κύριον εἶναι: δευτ.  αιτιολογική πρότ. από το ἀδικεῖν / εἰρημένον: αιτιατ. απόλ., εναντιωματική μτχ. ( = εἰ καἰ εἴρητο) / ὅτι ἂν τὸ πλῆθος τῶν ξυμμάχων ψηφίσηται: δευτ.  αναφορική-υποθετική πρότ., με απόδοση το εἶναι ( = ἔστω): προσδοκώμενο / τῶν ξυμμάχων: γεν. διαιρετική ή περιεχομένου από το  τὸ πλῆθος / ἢν μή τι θεῶν ἢ ἡρώων κώλυμα ᾖ: δευτ. υποθετική πρότ.· με απόδοση το εἶναι ( = ἔστω): προσδοκώμενο.
μετάφραση
 Οι Λακεδαιμόνιοι, όταν αντιλήφθηκαν ότι αυτή η επαναστατική κίνηση (η ταραχή) είχε επικρατήσει στην Πελοπόννησο και ότι οι Κορίνθιοι ήταν υποκινητές (καθοδηγητές-διαφωτιστές) και πως επρόκειτο οι ίδιοι να συνθηκολογήσουν με το Άργος, στέλνουν πρεσβευτές στην Κόρινθο επειδή ήθελαν να προλάβουν αυτό που επρόκειτο να γίνει (τις εξελίξεις), και επέκριναν (τους Κορινθίους για) την όλη πρόταση και επειδή θα γίνουν σύμμαχοι με τους Αργείους αφού αποστατήσουν απ' αυτούς, και έλεγαν πως αυτοί (οι Κορίνθιοι) θα πατήσουν τους όρκους και πως ήδη αδικούσαν επειδή δε δέχονται τις συνθήκες με τους Αθηναίους, μολονότι ήταν συμφωνημένο να είναι έγκυρο οτιδήποτε αποφασίσει η πλειονότητα των συμμάχων, εκτός αν υπάρχει κάποιο εμπόδιο από τους θεούς ή τους ήρωες.