Τετάρτη 13 Μαΐου 2020

ΓΛΩΣΣΑ: ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΣΥΝΕΞΕΤΑΣΗΣ


ΚΕΙΜΕΝΟ 1
Στη χώρα των ευφημισμών
Λέγεται ότι οι ευφημισμοί χρησιμοποιούνται για να πούμε μισές αλήθειες (κάτι που μερικές φορές ισοδυναμεί με ψέμα) ή να γλυκάνουμε την πικρή αλήθεια. Σε περιόδους κρίσης οι νεόκοποι ευφημισμοί βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη – και τρανό παράδειγμα, όπως έχει επισημανθεί, είναι οι «παράπλευρες απώλειες» ή η «ανθρωπιστική» στρατιωτική επέμβαση.
Ήδη το 2008 είχε εμφανιστεί στον αμερικανικό Τύπο η λέξη «προαναπτυξιακή περίοδος» (prerecovery period), ένας ευφημισμός για την «ύφεση», η οποία προκαλεί δυσάρεστους συνειρμούς. Σήμερα, οι αυτοχαρακτηριζόμενες «υπεύθυνες» πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις παρουσιάζονται σαν οραματιστές της ανάπτυξης, αποφεύγοντας όμως τον επαχθή όρο «ανάπτυξη χωρίς θέσεις εργασίας». Επιπλέον, το «θα μπούμε σε τροχιά ανάπτυξης» φαίνεται πιο πειστικό από τη σκέτη ανάπτυξη.
Κατά καιρούς οι απολύσεις βαφτίζονται «εξυγίανση», «απομάκρυνση», «business plan» ή «διάσωση θέσεων εργασίας». Οι μισθολογικές περικοπές χαρακτηρίζονται «εκσυγχρονισμός επιδομάτων» και η κατάργηση του 13ου και του 14ου μισθού δείγμα αλληλεγγύης προς τους ανέργους. Ας θυμηθούμε ότι στα ριάλιτι η καταψήφιση ενός παίκτη δε σήμαινε διώξιμο ή αποβολή, αλλά «αποχώρηση από το παχνίδι» χωρίς αναφορά στον οικειοθελή ή μη χαρακτήρα της αποχώρησης.
Το πανηγύρι των ευφημισμών προϋποθέτει τη ρευστότητα της σημασίας των λέξεων. Κάποιες ταυτίζονται με τον λαϊκισμό ή το αντιμνημονιακό μένος, όπως «εργασιακός μεσαίωνας», «εργασιακή ζούγκλα», «φοροεπιδρομή», «συντεταγμένη χρεοκοπία». Αντ’ αυτών επιλέγονται ουδέτερες εκφράσεις, όπως «εργασιακές σχέσεις», «επιχειρησιακό περιβάλλον», «δημοσιονομικοί στόχοι», «βοήθεια» ή «σωτηρία». Το «μισθολογικό κόστος» αντικαθιστά την «αμοιβή της εργασίας», η «διόγκωση του χρέους» μετατρέπεται σε «δυναμική του χρέους», ενώ κορυφαίος ευφημισμός είναι το «ασφάλιστρο κινδύνου», όπως χαρακτήρισε ο Ε. Β. το επαχθές χαράτσι στα ακίνητα.
Λαϊκίστικο χρώμα υποτίθεται ότι έχουν οι λέξεις «λαός» και «εργαζόμενοι», αν και η επίκλησή τους μπορεί κάποτε να κρύβει μικροπολιτικές προθέσεις. Ωστόσο, οι σώφρονες πολιτικοί προτιμούν να αναφέρονται στην πατρίδα, το έθνος και τη σωτηρία τους, τον τόπο και το συμφέρον του τόπου το οποίο αυτοί καλά γνωρίζουν και εκπροσωπούν.
«Ο κυνισμός ποτίζει το λεξιλόγιο και η αρχαία τέχνη της πολιτικής έχει μετατραπεί σε διαγωνισμό ευφημισμών», έγραφε ο Λουίς Σεπούλβεδα το 1991, αναφερόμενος στη μεταδικτατορική Χιλή. Όπως εξηγεί, η δειλία και η συνεργασία με τη χούντα τότε βαφτίστηκε «άγνοια», η ολιγωρία «αμέλεια» και η δολοφονία «υπερβολή» («Ιστορίες από δω κι από κει», εκδ. opera).
«Περιστατικό απειλής πτώσης υπό το κράτος συναισθηματικής φόρτισης για εργασιακούς λόγους». Έτσι περιγράφεται σε ανακοίνωση της Αστυνομίας η δραματική απόπειρα αυτοκτονίας ενός ζεύγους εργαζομένων στον υπό κατάργηση Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας. Ο τρόμος της απώλειας της εργασίας, κάτι που μπορεί να φέρει τους ανθρώπους στο κατώφλι ή την αγκαλιά του θανάτου, δεν έχει θέση στον θαυμαστό καινούργιο κόσμο.

ΚΕΙΜΕΝΟ 2

Η δύναμη του λόγου

Η Εμιλι Ντίκινσον γράφει: «Δεν γνωρίζω τίποτα στον κόσμο που να έχει τόση δύναμη όση η λέξη. Μερικές φορές γράφω μία και την κοιτάζω μέχρις ότου αρχίσει να λάμπει». Συχνά με ρωτούν αν η Εμιλι Ντίκινσον, μια συνεσταλμένη ποιήτρια του 19ου αιώνα, ενός αιώνα οπτιμισμού και ακλόνητης πίστης στην πρόοδο (αν και αυτή δεν ήταν βέβαια μια αγωνίστρια), θα σκεφτόταν το ίδιο στον σημερινό κόσμο, έναν κόσμο φόβου. Φόβου για την τύχη της οικονομίας, για την απειλή στην επιβίωση της ανθρωπότητας, για την τρομοκρατία, τον πόλεμο, την εγκληματικότητα. Σε αυτό το ερώτημα εγώ απαντάω: ναι. Για έναν απλό λόγο: το σύμπαν μας έχει θεμελιωθεί από τον λόγο.
Η μυθολογική μας παράδοση λέει ότι «Εν αρχή ην ο Λόγος». Στην αρχή είναι τα λόγια αυτά που γεννούν τα πράγματα. Το ίδιο ισχύει σε μεγάλο βαθμό στη ζωή μας, στην καθημερινότητά μας. Είμαστε συμβολικά όντα, δηλαδή υποταγμένα σε ένα δεσμό λέξεων.
Ο Αριστοτέλης, όταν υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος είναι από τη φύση του πολιτικό ζώο, κάτοχος πολιτικής γνώσης, μια ύπαρξη που ζει σε συντροφιά με τους άλλους, το κάνει βασιζόμενος στο γεγονός ότι εμείς οι άνθρωποι μιλάμε, χρησιμοποιούμε μια γλώσσα -την οποία δεν την έχουμε επινοήσει, αλλά την έχουμε βρει ήδη δεδομένη- και ότι αυτή η γλώσσα δίνει μορφή στη σκέψη μας, στις επιθυμίες μας.
Ακόμα και ο αναχωρητής ή εκείνος που αποσύρεται στη μοναξιά του βουνού, μιλάει με τον εαυτό του και με το Θεό με μια γλώσσα που δεν έχει επινοήσει, αλλά την έχει βρει έτοιμη για χρήση. Αυτή η γλώσσα δεν είναι τίποτε άλλο παρά η κοινωνία που ζει μέσα στον καθένα από μας. Ιδού γιατί αυτό που μας συγκροτεί ως πολιτικά, κοινωνικά και ανθρώπινα όντα και μας καθιστά μέρος του ανθρώπινου γένους είναι η ικανότητά μας να μιλάμε και κυρίως να κατανοούμε το νόημα του γλωσσικού συμβόλου, ενός κόσμου λέξεων.
Οι λέξεις αλλάζουν, όπως αλλάζουν και τα μέσα επικοινωνίας με τα οποία αυτές μεταβιβάζονται από το ένα μέρος στο άλλο, αλλά ο κεντρικός τους ρόλος παραμένει αναλλοίωτος. Χρησιμεύουν για να εκφράζουν τα πάντα: τα συναισθήματα, τα όνειρα και τα σχέδια για το μέλλον, την ορθολογική σκέψη καθώς και τα τρελά πάθη.
Όταν λέω αυτά τα πράγματα, μιλώντας σαν γέρος λόγιος, μου αντιτείνουν ότι σήμερα οι λέξεις υποκαθίστανται συχνά από άλλες, πιο ισχυρές μορφές επικοινωνίας: εικόνες, κινηματογραφικές και τηλεοπτικές ταινίες. Υπάρχει μάλιστα ένα είδος ουτοπικού αφορισμού, που επαναλαμβάνεται συνεχώς, σύμφωνα με τον οποίο μια εικόνα αξίζει περισσότερο από χίλιες λέξεις. Δεν συμφωνώ και δεν είναι αληθινό. Μια εικόνα χωρίς λέξεις δεν αξίζει τίποτα. Αναφέρω ένα παράδειγμα: η φωτογραφία ενός πτώματος σε ένα χωράφι πάνω σε ένα λόφο μπορεί να αντιστοιχεί σε εκείνη του θύματος ενός εγκλήματος, ενός πολέμου, ενός ατυχήματος. Αλλά αυτό το πτώμα μπορεί να είναι και το πτώμα ενός εκτελεσμένου δικτάτορα. Τα συμφραζόμενα θα είναι εκείνα που θα καταστήσουν κατανοητή την εικόνα: τρομερή, αξιοθαύμαστη, θλιβερή.
Προσοχή όμως! Οι λέξεις και οι εικόνες μπορεί να είναι απατηλές. Ένας λόγος παραπάνω για να πούμε ότι μια απομονωμένη εικόνα δεν έχει ποτέ αρκετή δύναμη. Αληθεύει όμως το αντίθετο: οι λέξεις αφαιρούν τη δύναμη των εικόνων.
Αληθεύει επίσης ότι σήμερα οι λέξεις φτάνουν σε μας μέσα από ασυνήθιστα μέσα. Στην αρχή και για πολλούς αιώνες οι λέξεις ήταν αποκλειστικά προφορικές. Στη συνέχεια μετατράπηκαν σε γραπτές λέξεις, με σκοπό να προσδιοριστούν οι νόμοι και οι κανόνες συμπεριφοράς. Μόνον αργότερα θα αρχίσουν να τυπώνονται και να αποδίδονται, ενώ σήμερα φτάνουν σε μας από την οθόνη του υπολογιστή και μέσα από μηνύματα κάθε τύπου. Ωστόσο, επιμένω: η δύναμη των λέξεων συνεχίζει να είναι η ίδια.
Πώς γίνεται αυτό; Επειδή όσο ισχυρή και να είναι η επίδραση των εικόνων, πρόκειται μόνον για μια υπνωτιστική επίδραση. Για να μας κάνει να συλλογιστούμε ή να αναπτύξουμε κριτικό πνεύμα, μια εικόνα δεν είναι αρκετή, ενώ ο λόγος είναι πάντοτε.
Αφού έπλεξα αυτό το εγκώμιο στο λόγο, θα ήθελα να προειδοποιήσω τον αναγνώστη: υπάρχει ένας εθισμός στις λέξεις. Υπάρχουν οι λέξεις που καταλήγουν να χάνουν τη λαμπρή τους όψη και που δεν λάμπουν πλέον, αντίθετα με την εικόνα που έδινε η Εμιλι Ντίκινσον. Μερικές λέξεις, εξαιτίας του ότι επαναλαμβάνονται ή πέφτουν στο κενό, χάνουν το νόημά τους.
Έχω στο νου μου εκφράσεις όπως «δημοκρατία», «ελευθερία» ή ακόμη και εκείνες τις ερωτικές, όπως το «σ' αγαπώ». Τις έχουμε ακούσει πάρα πολλές φορές, έχουμε δει την πραγματικότητα να τις διαψεύδει και επομένως καταλήγουμε να δυσπιστούμε γι' αυτές. Οι λόγοι των πολιτικών, για παράδειγμα, είναι συνήθως γεμάτοι με αυτές τις λέξεις και λένε όλο και λιγότερα ή τίποτα. Ιδού γιατί το να εμφυσήσει νέα ζωή στις λέξεις είναι ένα από τα πιο σημαντικά καθήκοντα της λογοτεχνίας.
Οι μεγάλοι συγγραφείς είναι εκείνοι που κατορθώνουν να δώσουν στις λέξεις κοινής χρήσης -όχι σε εκείνες τις παράξενες ή ασυνήθιστες- μια νέα ζωή, μια νέα δύναμη (...).*
ΚΕΙΜΕΝΟ 3
Ραδιόφωνο
Χαμήλωσα στο ελάχιστο τον ήχο
κι οι πρόστυχες φωνές αυτοστιγμεί
ακούγονται σαν ψίθυρος αγνές·
σαν ψίθυρος μαζί με τις φωνές
οι γλωσσικοί βιασμοί κι οι ξενισμοί
που δεν απαριθμούνται σ’ ένα στίχο.
Διότι αν πρέπει να ‘χω τέτοια γλώσσα
με σόου τζάκποτ ζάπινγκ και τι-βι
την καταργώ καλύτερα εντελώς
κι ας μείνει μόνο ως ψίθυρος απλός
μιας πίστης υπενθύμιση ακριβή
καθώς κοιτώ τα σύννεφα στην Όσσα.
(ΝΙΚΟΣ ΦΩΚΑΣ, Πλανόδιον, τχ. 21, 1994)
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
ΘΕΜΑ Α
Να αποδώσεις χωρίς προσωπικά σχόλια το περιεχόμενο των παραγράφων 5 έως και 11 του κειμένου 2.
ΘΕΜΑ Β
1.     Να επιβεβαιώσεις ή να διαψεύσεις το περιεχόμενο των περιόδων που ακολουθούν με βάση το κείμενο 1:
α. οι ευφημισμοί επιστρατεύονται όταν χρειάζεται να πούμε σε κάποιον ένα δυσάρεστο πραγματικό γεγονός χωρίς να τον λυπήσουμε.
β. οι ευφημισμοί χρησιμοποιούνται προκειμένου να χρυσώνεται το χάπι σε δυσάρεστα οικονομικά ή πολιτικά γεγονότα
γ. οι ευφημισμοί είναι γηγενές μόνο φαινόμενο
δ.  οι ευφημισμοί χρησιμοποιούνται από τους κρατικούς παράγοντες.
ε. η αυστηρή σημασία των λέξεων είναι σύμμαχος των ευφημισμών.
2.     Να αποδώσεις τις λέξεις/φράσεις με έντονη γραφή του κειμένου 1 με κυριολεκτικό λόγο και να σχολιάσεις την υφολογική αλλαγή που παρατηρείται.
3.     «Δεν γνωρίζω τίποτα στον κόσμο που να έχει τόση δύναμη όση η λέξη»: Να σχολιάσεις την άποψη της Έμιλι Ντίκινσον (1η παράγραφος κειμένου 2) με 80 περίπου λέξεις. Με ποια πολύ γνωστή παροιμία για τη δύναμη της γλώσσας θα μπορούσες να αντικαταστήσεις την άποψη αυτή;
4.     Να σχολιάσεις τις γλωσσικές επιλογές του συγγραφέα του κειμένου 2.
ΘΕΜΑ Γ
Ποια άποψη για τη γλώσσα διατυπώνει ο ποιητής στο κείμενο 3 και ποιοι κειμενικοί δείκτες συμβάλλουν στον εντοπισμό της; Πώς θα σχολίαζες τις απόψεις του ποιητή; (150 περίπου λέξεις).
ΘΕΜΑ Δ
Με σύντομη ομιλία σου (350 περίπου λέξεις) ενώπιον των συμμαθητών σου αναφέρεσαι στην προσφορά της εθνικής γλώσσας στη διατήρηση της ιδιαίτερης φυσιογνωμίας των λαών, αντικρούοντας την άποψη εκείνων που υποστηρίζουν ότι η μητρική γλώσσα αποτελεί τροχοπέδη στην εξέλιξη και την πρόοδο του πολιτισμού μιας χώρας.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου