Δευτέρα 13 Απριλίου 2020

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ: ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΣΥΝΕΞΕΤΑΣΗΣ


ΚΕΙΜΕΝΟ 1
Σε τι χρησιμεύει, τελικά, η λογοτεχνία;
Πολλές φορές, μαθητές και εκπαιδευτικοί, κριτικοί και φιλόσοφοι, δημιουργοί και αναγνώστες προβληματίζονται για τη σκοπιμότητα ύπαρξης της λογοτεχνίας θέτοντας -κατ’ επανάληψη- το ερώτημα «ποια η αξία της;». Σε ένα παλιότερό του άρθρο ο Μιχ. Μητσός προσπαθεί να απαντήσει στον Ουμπέρτο Έκο, όταν ο τελευταίος θέτει το ίδιο ερώτημα, σταχυολογώντας ενδιαφέρουσες απαντήσεις από διάφορους θεράποντές της:
  «Ο Ουμπέρτο Έκο θέτει και προκλητικά φιλοσοφικά ερωτήματα. Όπως: σε τι χρησιμεύει η λογοτεχνία; Όλοι γράφουν. Και μερικές φορές αναρωτιούνται για ποιο λόγο. Η λογοτεχνία, λέει ο Κλάουντιο Μάγκρις, χρησιμεύει στο να υποδεικνύει το νόημα της ζωής εκφράζοντας αξίες με τρόπο έμμεσο, υπόγειο. Η λογοτεχνία δεν κάνει κηρύγματα, δεν έχει τίποτα να διδάξει με άμεσο τρόπο, είναι σε θέση όμως να δείξει, απεικονίζοντας τη ζωή, τι είναι το καλό και το κακό, η γενναιοδωρία και η ευτέλεια, ο έρωτας και το μίσος στην ύπαρξη των ανθρώπων. Με τον τρόπο αυτό επιτελεί, χωρίς να το θέλει, μια μοναδική λειτουργία: μας βοηθά να κοιταζόμαστε στον καθρέφτη και, ενίοτε, να ντρεπόμαστε για τον εαυτό μας.   Η λογοτεχνία χρησιμεύει στο να πωλούνται βιβλία, απαντά αυθόρμητα ο Έρικ Χόμπσμπομ, που έλαβε μέρος μαζί με πολλούς συγγραφείς απ’ όλο τον κόσμο στο Φεστιβάλ Βιβλίου της Μάντοβα. Όμως, αμέσως σοβαρεύεται. Η λογοτεχνία, τονίζει, χρησιμεύει στο να εκφράζει την ανθρώπινη ψυχή. Και για να το κάνει, έχει στη διάθεσή της ένα μοναδικό εργαλείο: τις λέξεις. Ποιες λέξεις; Το ερώτημα είναι δευτερεύον. Σε αντίθεση με τις άλλες τέχνες, η δική της γλώσσα παραμένει αναλλοίωτη στον χρόνο, παρά τις προσπάθειες διαφόρων πρωτοποριών να καταργήσουν γραμματικές, συντακτικά και σημεία στίξης. Προσπάθειες που έχουν όλες αποτύχει.
   Η λογοτεχνία, υποστηρίζει ο Ιταλός συγγραφέας Τζουζέπε Ποντίτζα, δε χρησιμεύει για την επίλυση ούτε πολιτικών ούτε θρησκευτικών προβλημάτων. Υπακούει μόνο στη δύναμη των λέξεων. Και μας βοηθά να κατανοούμε τη ζωή με σφαιρικό τρόπο, τόσο στο επίπεδο των ιδεών όσο και στο επίπεδο των συναισθημάτων.
   Η λογοτεχνία που ελκύει τον Σουηδό συγγραφέα Χένινγκ Χάνκελ, ο οποίος διευθύνει και ένα θέατρο στη Μοζαμβίκη, είναι η στρατευμένη, μια λογοτεχνία που χρησιμεύει στο να αποκαλύπτονται τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, δηλαδή οι αρρώστιες της κοινωνίας. Αντί να αναλωνόμαστε σε γκρίνιες και αδιέξοδες συζητήσεις, θα πρέπει να υπενθυμίζουμε διαρκώς ότι υπάρχουν σήμερα στον κόσμο ένα δισεκατομμύριο αναλφάβητοι. 
  Η λογοτεχνία, λέει ο Αμερικανός συγγραφέας Νέιθαν Ήνγκλαντερ, δε χρησιμεύει ασφαλώς στο να θεραπεύει τον καρκίνο ή να σώζει ζωές. Χρησιμεύει, όμως, στο να κτίζονται κόσμοι.
   Για την Αμερικανίδα ανθρωπολόγο Μάρλο Μόργκαν, η οποία επέστρεψε από μια μακρά διαμονή της στην Αυστραλία ενθουσιασμένη με την ικανότητα των Αβοριγίνων να γελούν και να διασκεδάζουν, η λογοτεχνία είναι ένας πολλαπλασιαστής των εμπειριών μας. Η ζωή μας, τόσο σύντομη και τόσο στερημένη, έχει την ευκαιρία με τη λογοτεχνία να γνωρίσει τον κόσμο μέσα από τις εμπειρίες των άλλων. Η λογοτεχνία επιτρέπει όμως και το ταξίδι στον χρόνο, στο παρελθόν και στο μέλλον, πλουτίζοντας έτσι ένα παρόν που είναι συχνά ασήμαντο.
     Ίσως η λογοτεχνία να μην είναι τίποτα από τα παραπάνω ή και όλα μαζί. Η εποχή μας δεν ευνοεί τις μεγάλες βεβαιότητες. Ερωτήματα όπως αυτό του Ουμπέρτο Έκο είναι καταδικασμένα να παραμένουν μετέωρα.»
ΚΕΙΜΕΝΟ 2

Δύο ποιητές συνομιλούν για την Ποίηση και την εποχή

Το κλίμα της εκδήλωσης ζεστό, οικείο, σ’ ένα χώρο  όπου  εκπρόσωποι όλων των ηλικιών στρώθηκαν  στη φυσική αμφιθεατρική εξέδρα – στο γρασίδι του κήπου του Μεγάρου- για ν’ ακούσουν τους μεγάλους μας ποιητές.
Τη χθεσινή μέρα, που ήταν και τα γενέθλιά της,  η Κική Δημουλά δέχθηκε τις ευχές των  παρευρισκομένων. Κλείνοντας τα ογδόντα της με ακμαίο πνεύμα και θετική σκέψη ευχαρίστησε λέγοντας ότι με αυτή την εκδήλωση γιόρτασε την ημέρα αυτή χωρίς να μελαγχολήσει.
Αρχικά επισημάνθηκε πόσο διαφορετικοί είναι οι δύο ποιητές –ευτυχώς όπως σχολίασε ο Τ. Πατρίκιος «γιατί βρίσκω στα ποιήματα της Κικής όσα εγώ δεν έχω γράψει και αντίστροφα».
   Ο Νάσος Βαγενάς, ο οποίος συντόνιζε τη συζήτηση, τους ρώτησε αντί της κοινότοπης ερώτησης τι είναι η ποίηση, «πώς γράφουνε ποίηση».
Η  Κ. Δημουλά είπε ότι έλκεται από τον ρυθμό της λέξης  και ότι βρίσκει τον τίτλο κάθε ποιήματος  αφού ολοκληρώσει τη σύνθεσή του, καθώς δεν επιθυμεί  να περιορίζεται από αυτόν. Επίσης αναφέρθηκε στη διετή παύση που ακολουθεί μετά την έκδοση κάθε ποιητικής συλλογή της, διάστημα κατά το οποίο δε σκέφτεται ούτε έναν στίχο!
Ο Τ. Πατρίκιος είπε ότι γράφει από σαδομαζοχιστική διάθεση: «αν και μ΄ αρέσει η ποιητική δημιουργία, είναι μια επίπονη διαδικασία». Χιουμοριστικά ανέφερε ότι «γράφω από μια ακατάσχετη  ροπή προς την επιπολαιότητα». «Όταν άρχισα να γράφω στίχους, ήταν πολύ διασκεδαστικό. Αλλά μετά, όταν συνειδητοποίησα ότι αυτό ήταν ποίηση, πανικοβλήθηκα. Σκέφτηκα ότι θα πρέπει να αναμετρηθώ με μεγάλους ποιητές».
Και οι δύο ποιητές συμφώνησαν ότι ο ποιητικός δρόμος είναι δύσβατος –με την έννοια ότι γράφουν και ξαναγράφουν τα έργα τους. Ο  Τ. Πατρίκιος χρησιμοποίησε ως παράδειγμα την περίπτωση του Μπαλζάκ, του οποίου διασώζονται 18 τυπογραφικά δοκίμια  του ίδιου έργου.
Ο Ν. Βαγενάς σχολίασε τη φθίνουσα ποιητική πορεία των ημερών μας λέγοντας πως «χάθηκε η τεχνική του στίχου».
Οι δύο ποιητές διαπιστώνουν ότι οι σύγχρονοι ποιητές αμέσως περνούν στον ελεύθερο στίχο παρακάμπτοντας την παραδοσιακή στιχουργία που αποτελεί την καλύτερη μαθητεία  στον χώρο του στιχουργείν. Ο Πατρίκιος αναφέρθηκε στην περίπτωση του Πικάσσο, του οποίου πρώιμα έργα εκτίθενται στη Βαρκελώνη και τα οποία αποδεικνύουν το πέρασμα του ζωγράφου από την παραδοσιακή τεχνική  ισάξιο με ενός αναγεννησιακού ζωγράφου.
 Ο Βαγενάς αναφέρθηκε στην άποψη του Χάρολντ Μπλουμ ότι ο ποιητής, προκειμένου να ωριμάσει και να εξελιχθεί, πρέπει πρώτα να «σκοτώσει» τους ποιητές που τον επηρέασαν.  Ο Πατρίκιος –αφού ανέφερε τον σεφερικό στίχο «είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας»- συμφωνώντας  με την άποψη του Μπλουμ αναγνώρισε ότι… «σκότωσε» τον πατέρα του τον Ρίτσο.
Ο Βαγενάς συμπλήρωσε ότι ο Ρίτσος υπήρξε για τον Πατρίκιο πατριός, αφού πατέρας γι΄ αυτόν ήταν ο Σεφέρης...   
 Η Δημουλά ομολόγησε τις επιρροές που δέχθηκε από τη μελέτη του  Καβάφη.  Ιδιαίτερη αίσθηση έκανε η αναφορά της στην ποιητική της ενασχόληση σε σχέση με τον Άθω Δημουλά. Η ίδια δήλωσε ότι υπήρξε ποιήτρια και πριν τον Δημουλά και ότι συνέχισε την ποίηση και επί Δημουλά για να του αρέσει…!
Ο Ν. Βαγενάς με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του Δ. Τζιόβα για τη γενιά του ΄30, ρώτησε για τη σχέση των δύο ποιητών –ως εκπροσώπων της μεταπολεμικής γενιάς και ως φυσικών διαδόχων της- με αυτή τη γενιά. Έγινε αναφορά στο πόσο φειδωλοί ήταν αυτοί οι ποιητές προς τη νέα γενιά –εννοώντας τη γενιά των δύο ποιητών– στο να αναγνωρίσουν την αξία των νεότερων ποιητών  .
Η Κ. Δημουλά βέβαια επισήμανε ότι όλοι οι παλαιότεροι ποιητές ήταν πάντα «σφιχτοί» προς τους νεότερους. Όταν ζητάνε νέοι ποιητές τη γνώμη της για το έργο τους επιθυμεί να μην κρίνει, γιατί και η ίδια είναι ακόμα κρινόμενη. Συμβούλεψε τους νέους ποιητές να είναι δύσπιστοι, να μην επαναπαύονται σε ευκολίες.
Η ερώτηση του Ν. Βαγενά  τώρα αφορούσε τη σχέση των δύο ποιητών με τον χρόνο. Μάλιστα αναφέρθηκε στο ζεύγος "έρωτας – θάνατος" που στο έργο των δύο ποιητών γίνεται «έρωτας –χρόνος»
Η Κ. Δημουλά είπε πως  ο χρόνος αισθητοποιείται μέσα από τις  φωτογραφίες. Το παρόν είναι παρελθόν και το μέλλον δεν είναι χρόνος αλλά επινόηση.
 Ν. Βαγενάς: Ποια είναι η άποψή σας για τη σχέση της ποίησης με τα σύγχρονα ηλεκτρονικά.
Κ. Δημουλά: ύστερα από προτροπή των παιδιών μου απέκτησα υπολογιστή, γράφω τα κείμενά μου και μάλιστα έμαθα να τα σώζω!!! Βέβαια, είμαι εθισμένη να διαβάζω, να αγγίζω και να μυρίζω τις σελίδες των βιβλίων.
Τ. Πατρίκιος: Εγώ είμαι εντελώς αναλφάβητος σε σχέση με την Κική, καθώς προτιμώ να γράφω πάντα με το μαρκαδοράκι μου. Για μένα όμως, το πιο σημαντικό δεν είναι το πώς και με ποιο μέσο γράφεται η ποίηση, αφού ο ποιητικός λόγος έχει περάσει από διάφορα στάδια. Από το προφορικό, από το προφορικό και γραπτό, όπως έχει γίνει με τα έργα του Αρχίλοχου, της Σαπφώς, αλλά και του Δάντη, του Σαίξπηρ, τα έργα των οποίων απολαμβάνω εξίσου. Αυτό που έχει σημασία είναι να διαβάζεται η ποίηση προφορικά, να απαγγέλλεται και να ακούγεται. Μάλιστα, έχω απομνημονεύσει πολλά ποιήματα άλλων ποιητών –όχι τα δικά μου. 
Η  Κ. Δημουλά σχολίασε ότι κάτι τέτοιο προϋποθέτει μεγάλη μνήμη και ότι συχνά η απαγγελία μπορεί και να είναι παραπλανητική.
ΚΕΙΜΕΝΟ 3
(Κ. Καβάφη «Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου ποιητού εν Κομμαγνή· 595 μ.Χ.»)
Το γήρασμα του σώματος και της μορφής μου
είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι.
Δεν έχω εγκαρτέρησι καμιά.
Εις σε προστρέχω Τέχνη της Ποιήσεως,
που κάπως ξέρεις από φάρμακα·
νάρκης του άλγους δοκιμές, εν Φαντασία και Λόγω.
Είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι.
- Τα φάρμακά σου φέρε Τέχνη της Ποιήσεως,
που κάμνουνε - για λίγο - να μη νοιώθεται η πληγή.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
ΘΕΜΑ Α
Να παρουσιάσεις στους συμμαθητές σου με 100 περίπου λέξεις τις απόψεις που εκτίθενται στο κείμενο 1 για τη χρησιμότητα της λογοτεχνίας.
ΘΕΜΑ Β
1.     Να μελετήσεις προσεχτικά τις απόψεις που διατυπώνουν η Κ. Δημουλά Και ο Τίτος Πατρίκιος και να επισημάνεις τα σημεία στα οποία εκφράζουν διαφορετικές απόψεις.
2.     «Η  Κ. Δημουλά έλκεται από τον ρυθμό της λέξης  και βρίσκει τον τίτλο κάθε ποιήματος  αφού ολοκληρώσει τη σύνθεσή του»: Να επισημάνεις το είδος της σύνταξης (ενεργητική-παθητική), που χρησιμοποιείται σε κάθε πρόταση, και αφού την αντικαταστήσεις με την αντίθετή της να σχολιάσεις την υφολογική διαφορά που παρατηρείται.
3.     «Αλλά μετά, όταν συνειδητοποίησα ότι αυτό ήταν ποίηση, πανικοβλήθηκα. Σκέφτηκα ότι θα πρέπει να αναμετρηθώ με μεγάλους ποιητές»: Να σχολιάσεις με 80 περίπου λέξεις την άποψη του Τ. Πατρίκιου (κείμενο 2).
4.     Να σχολιάσεις τη χρήση των εισαγωγικών, της διπλής παύλας, του θαυμαστικού και των αποσιωπητικών με βάση συγκεκριμένα παραδείγματα από το κείμενο 2 (1 για κάθε περίπτωση).
ΘΕΜΑ Γ
Ποια είναι η βασική ιδέα του ποιήματος και ποιοι κειμενικοί δείκτες χρησιμοποιούνται για την αισθητοποίησή της; Συμφωνείς με το περιεχόμενο της ιδέας αυτής; (150περίπου λέξεις).
ΘΕΜΑ Δ
Αφού αξιοποιήσεις πληροφορίες του κειμένου 1, να συντάξεις ένα άρθρο 350 περίπου λέξεων στο οποίο θα αναφέρεις τους λόγους για το περιορισμένο ενδιαφέρον πολλών ανθρώπων για την ανάγνωση ενός ποιοτικού λογοτεχνικού πονήματος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου