Τετάρτη 1 Απριλίου 2020

ΑΛΗΘΕΙΑ: ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΣΥΝΕΞΕΤΑΣΗΣ


ΚΕΙΜΕΝΟ 1
Η αλήθεια, ο διάλογος και η ευθύνη
 Η κοινωνία μας, όπως κάθε κοινωνία, βρίσκεται συνεχώς αντιμέτωπη με προβλήματα. Το ποια προβλήματα είναι κυρίαρχα αναδεικνύεται από τα πολιτικά κόμματα και τη γνώμη των πολιτών. Αλλά την «κοινή γνώμη» τη διαμορφώνουν οι θεσμοί: κυβέρνηση, Βουλή, πολιτικά κόμματα, μεγάλα τηλεοπτικά κανάλια και εφημερίδες. Καθώς η πολιτική δράση περιορίζεται ολοένα και περισσότερο στην πολιτική επικοινωνία, η πλειονότητα των πολιτών διαμορφώνει τη γνώμη της με βάση συναισθηματισμούς και κομματικές προτιμήσεις. Το γεγονός αυτό τραυματίζει την αλήθεια. Και η μέριμνα για την αλήθεια σε μια δημοκρατική κοινωνία πρέπει να είναι ιερή, διαφορετικά διακυβεύονται τα θεμέλιά της.
Για να αναδειχτούν όλες οι πτυχές ενός προβλήματος, να προσεγγιστεί η αλήθεια και να αναζητηθεί ο δόκιμος τρόπος αντιμετώπισής του, απαιτείται ειλικρινής διάλογος. Για να είναι αποτελεσματικός ο διάλογος πρέπει: α) να αναγνωρίζει τη διαφορά των απόψεων που συμμετέχουν σ΄ αυτόν και να μην ορίζει προκαταβολικά ότι μια απ΄ αυτές αποτελεί τον κανόνα, ενώ οι άλλες ερμηνεύονται ως παρέκκλιση ή κακή θέληση και β) οι συμμετέχοντες να δέχονται ένα κοινό διαδικαστικό πλαίσιο στη συζήτησή τους.  Αν δεν είμαστε έτοιμοι να θέσουμε υπό αμφισβήτηση ό,τι εμείς θεωρούμε βέβαιο και αυταπόδεικτο κι αν δεν συμφωνήσουμε ως προς τη φύση των αποδεκτών επιχειρημάτων και ως προς την ίδια τη δυνατότητα μιας από κοινού αναζήτησης της αλήθειας και της δικαιοσύνης, διάλογος δεν μπορεί να υπάρξει.
Στη διαμόρφωση κουλτούρας διαλόγου σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν τα ΜΜΕ. Όπως είναι γνωστό, τα ΜΜΕ, χωρίς η εξουσία τους να πηγάζει από τη λαϊκή βούληση, επηρεάζουν την κοινή γνώμη με αποφασιστικό τρόπο, όπως επίσης και τις ενέργειες των πολιτικών. Στις σημερινές συνθήκες καλούνται να διαδραματίσουν κυρίαρχο ρόλο στη λειτουργία της δημοκρατίας. Αλλά για να αποκτήσουν δημοκρατική νομιμοποίηση μόνο ένας δρόμος τους ανοίγεται : εκείνος που διαχέει περιβάλλον διαλόγου και επιβάλλει όρια. Πρέπει να ενστερνιστούν την άποψη ότι υπάρχουν όρια στην ελευθερία της έκφρασης, τα οποία δεν πρέπει να παραβιάζονται και ακόμη ότι η απεριόριστη ελευθερία σκοτώνει την ελευθερία.
Ανάμεσα στη νομική σφαίρα που στηρίζεται σε απαγορεύσεις και στην προσωπική σφαίρα όπου εκτείνεται η ελευθερία, παρεμβάλλεται μια δημόσια και κοινωνική σφαίρα διαποτισμένη από αξίες (Ο φόβος των βαρβάρων, Τ. Τodorov, 2009). Η κοινωνική συναίνεση που διέπει τη δημόσια σφαίρα περιορίζει την ελευθερία της έκφρασης και γενικά η ευθύνη περιορίζει την ελευθερία...
Στην πατρίδα μας κυριαρχεί ο θόρυβος που καλύπτει την αλήθεια και αποπροσανατολίζει την κοινή γνώμη, ενώ τον διάλογο όλοι τον επικαλούνται, αλλά λίγοι τον υιοθετούν.
Η θωράκιση της κοινωνίας μας από τις γνωστές παθογένειες μπορεί να γίνει με την αναζήτηση των αιτιών που τις προκαλούν και τη δημιουργία λειτουργικών θεσμών και μηχανισμών που θα τις αποτρέπουν. Για μια τέτοια προοπτική πρέπει να εγκαταλειφθεί η γνωστή ελληνική εφεύρεση «πολιτικό κόστος» και να κυριαρχήσει ο διάλογος, τόσο ανάμεσα στα πολιτικά κόμματα όσο και μεταξύ των θεσμών της πολιτείας και των ενεργών πολιτών. […]
Έχουμε συνηθίσει να αναζητούμε ευθύνες για ένα μεγάλο σύνολο παραλείψεων και δυσλειτουργιών, τόσο των θεσμών όσο και των λειτουργών τους. Για τη μη συμμετοχή στην αναζήτηση της αλήθειας και τη ρεαλιστική και αποτελεσματική προσέγγιση των ζωτικών προβλημάτων της κοινωνίας μας δεν πρέπει να καταλογίζονται ευθύνες;  Αν υπάρξει αυστηρό πλαίσιο διαλόγου και μηχανισμός καταλογισμού ευθυνών για τη μη συμμετοχή στη διαμόρφωση και λειτουργία των θεσμών, ίσως κάτι ν΄ αλλάξει! 
Ο Θουκυδίδης έδωσε με τελεσίδικο τρόπο την απάντηση: «Εκείνον που δεν συμμετέχει στα κοινά τον θεωρούμε όχι φιλήσυχο, αλλά άχρηστο πολίτη  (ουκ απράγμονα, αλλ΄ αχρείον)».
(Εφημερίδα   το  Βήμα: Ο κ. Χρ. Β. Μασσαλάς είναι πρόεδρος ΔΕ Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας και του Συμβουλίου Ανώτατης Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης.)

ΚΕΙΜΕΝΟ 2
Το «δυσθήρατον» αληθές της ιστορίας
Τη φράση την ακούμε συχνά σε πανηγυρικούς, αυτό όμως μάλλον εξανεμίζει την αξία της παρά την επικυρώνει. «Όλβιος όστις ιστορίας έσχε μάθησιν», είπε λοιπόν ο Ευριπίδης, ποτισμένος αυτός στην ιστορία, όπως κατανοούμε, ακόμα κι αν φαινομενικά μυθολογεί. Αλλά τα προβλήματα με την ιστορία, με τη γνώση δηλαδή και την αναζήτησή της, αρχίζουν σχεδόν αμέσως: ανάλογα με τη μέθοδο, την οπτική, τη σκοπιμότητα αλλά και τον κόπο που είναι διατεθειμένος να δαπανήσει κανείς για να βαθύνει τη μελέτη του και κυρίως για να τιθασεύσει τον υποκειμενισμό και την «αυθεντία» του, αλλάζει και το συμπέρασμα, η υποδεικνυόμενη αλήθεια, η οποία έτσι σχετικοποιείται και πιθανόν χάνεται. Όλα τούτα τα συνοψίζει ο Πλούταρχος στον «Βίο» του Περικλή. Αποφαίνεται, λοιπόν, κάπως βαρύθυμος από το να καταγράφει τις σφόδρα αντιτιθέμενες αφηγήσεις των ιστοριογράφων: «Ούτως έοικε πάντη χαλεπόν είναι και δυσθήρατον ιστορίας ταληθές, όταν οι μεν ύστερον γεγονότες τον χρόνον έχωσιν επιπροσθούντα τη γνώσει των πραγμάτων, η δε των πράξεων και των βίων ηλικιώτις ιστορία τα μεν φθόνοις και δυσμενείας, τα δε χαριζομένη και κολακεύουσα λυμαίνηται και διαστρέφει την αλήθειαν». Μεταφράζω: «Δυσπρόσιτη κι άπιαστη φαίνεται η ιστορική αλήθεια. Τους μεταγενέστερους τους χωρίζει από τη γνώση των πραγμάτων το φράγμα του χρόνου. Kαι η ιστοριογραφία η συγκαιρινή με τους βίους και τις πράξεις φθείρει την αλήθεια και τη διαστρέφει, πότε επειδή την οδηγεί ο φθόνος και η αποστροφή και πότε επειδή χαρίζεται και κολακεύει».
Δυσθήρατη παραμένει η αλήθεια ακόμα και για πρόσωπα που όχι μόνο έλαμψαν στον καιρό τους αλλά πια μετριούνται στις μείζονες μορφές της ιστορίας, κι όχι μονάχα της ελληνικής. Ο Φειδίας αίφνης, που, τίποτα παράδοξο, έπεσε κι αυτός θύμα της διαβολής από ανθυπομετριότητες της εποχής του, μας κληροδότησε, μαζί με το απροσέγγιστο υπόδειγμα αισθητικού ήθους που έπλασε, υπόδειγμα που συνωνυμεί με την αθηναϊκή δημοκρατία, και ένα άλυτο μυστήριο, όχι τόσο για το αν ενέδωσε σε κάποιον πειρασμό όσο για το πώς επήλθε το τέλος του. Πέθανε στη φυλακή; Και πώς; Από γηρατειά ή τον δηλητηρίασαν; Ή μήπως έφυγε για την Ολυμπία; Και πώς; Απαλλαγμένος από τις κατηγορίες και οικειοθελώς ή επειδή εξοστρακίστηκε; Η ποίηση, διά του Οδυσσέα Ελύτη και του «Μικρού Ναυτίλου», επέλεξε να αναδείξει τον θάνατό του στη φυλακή, ενδεχομένως επειδή αυτό ταιριάζει στο ποιητικό σχέδιο, να επισημανθεί δηλαδή, χωρίς δραματικούς τόνους, ο διαρκής ελληνικός εμφύλιος και η αδιάκοπη κατακρήμνιση των ειδώλων. Διαβάζουμε λοιπόν στον Προβολέα β΄, Σκηνή Τρίτη του «Ναυτίλου»: «Ο Φειδίας ριγμένος στις φυλακές σαν κακούργος αργοπεθαίνει από γηρατειά και θλίψη».
Ακόμα όμως δεν ξέρουμε αν αληθεύει αυτό, παρά τη διεξοδική ιστοριογραφική έρευνα. Δεν το ήξερε ούτε ο Πλούταρχος, που συνοψίζει ως εξής τα πάθη του Φειδία στον «Βίο» του Περικλή, απ’ όπου και μεταφράζω: «Καιρός όμως να περάσουμε στην πιο βαριά κατηγορία κατά του Περικλή. Ο γλύπτης Φειδίας είχε αναλάβει να πλάσει το άγαλμα της Aθηνάς. Και κάποια στιγμή, σαν για να δοκιμάσουν τη στάση του λαού απέναντι στον Περικλή, έπεισαν κάποιον Mένωνα, συνεργάτη του Φειδία, να καθίσει στην αγορά ικέτης και να ζητήσει να του δοθεί η άδεια να καταγγείλει τον τεχνίτη. H αίτησή του έγινε δεκτή και πήρε το δικαίωμα να κατηγορήσει τον Φειδία στην εκκλησία του δήμου. Πλην όμως καμιά κλοπή δεν αποδείχτηκε. O Φειδίας, πράττοντας όπως τον είχε συμβουλέψει εξαρχής ο Περικλής, είχε επενδύσει το χρυσάφι στο άγαλμα. Πανεύκολο ήταν λοιπόν να το βγάλουν και να το ζυγίσουν. Κι αυτό ακριβώς συνέστησε ο Περικλής στους κατηγόρους του. Μα η δόξα βάραινε τον Φειδία, γιατί γεννούσε τον φθόνο. Τον κατηγόρησαν λοιπόν ότι στην Αμαζονομαχία, που την είχε απεικονίσει πάνω στην ασπίδα τής θεάς, τρύπωσε και τη δική του μορφή, να σηκώνει, γέροντας φαλακρός, μια πέτρα με τα δυο του χέρια. Και πρόσθεσε και μια πανώρια εικόνα του Περικλή να μάχεται μιαν Αμαζόνα. Και η ομοιότητα φαινόταν, παρότι το χέρι που ύψωνε το δόρυ μπροστά στο πρόσωπο του Περικλή ήταν επιτήδεια φιλοτεχνημένο ώστε να την κρύβει. Τέλος, τον έκλεισαν στη φυλακή τον Φειδία. Κι εκεί αρρώστησε και πέθανε. O θάνατός του ήρθε από δηλητήριο, λένε μερικοί. Του το έδωσαν οι πολέμιοι του Περικλή για να τον διαβάλουν. Αντίθετα, ο μηνυτής του ο Μένωνας ευτύχησε. Ύστερα από πρόταση του Γλύκωνα τον απάλλαξαν από τους φόρους κι ο δήμος πρόσταξε τους στρατηγούς να μεριμνούν για την ασφάλειά του».
Ο Θεμιστοκλής τώρα. Δικαίως, δικαιότατα δοξάστηκε από τους Έλληνες (γεγονός πρωτοφανές, διακόπηκαν οι Ολυμπιακοί για να τον αποθεώσει το πλήθος). Λιγότερο απ’ όλους τον τίμησαν οι συμπατριώτες του Αθηναίοι, που ήρθε ο καιρός και, ύστερα κι από μεθοδεύσεις της αριστοκρατικής παράταξης, τον κατηγόρησαν για αυταρχισμό και φιλοχρηματία και τον εξοστράκισαν· αφού διέσχισε όλη την Ελλάδα, φυγάς, κατέφυγε στον Πέρση βασιλιά, τον Αρταξέρξη Α΄, ζητώντας προστασία. Τη φιλοχρηματία του τη μαρτυρεί ο Ηρόδοτος στην «Ουρανία»: Πανικόβλητοι οι Ευβοείς από την κάθοδο των Περσών εξαγόρασαν τον Θεμιστοκλή με τριάκοντα τάλαντα, ώστε ο ελληνικός στόλος να μείνει κοντά στην Εύβοια και να υπερασπίσει τους ντόπιους. Ο Αθηναίος έδωσε πέντε τάλαντα στον Σπαρτιάτη Ευρυβιάδη και κράτησε τα υπόλοιπα. «Αυτός τε ο Θεμιστοκλής εκέρδηνε», λέει ο Ηρόδοτος.
Έγιναν έτσι τα πράγματα ή όχι; […]
Και για τον θάνατο του Θεμιστοκλή όμως τα πράγματα είναι σκοτεινά. Αυτός ο «Έλλην όφις ο ποικίλος», όπως τον αποκάλεσε ένας Πέρσης χιλίαρχος, πέθανε από αρρώστια, στην Περσία, ή, σεβόμενος τα ίδια του τα κατορθώματα και τα παλιά του τρόπαια, όπως λέει ο Πλούταρχος, αυτοκτόνησε πίνοντας ταύρειον αίμα ή άλλο δραστικό δηλητήριο, για να αποφύγει τη συμμετοχή του σε περσική εκστρατεία κατά της Ελλάδας; Άγνωστο. Το αληθές παραμένει δυσθήρατο. Αυτή είναι η πρώτη αλήθεια της ιστορίας. Η δεύτερη είναι ότι αν τη διαβάζουμε με το ένα μάτι, κι αυτό θολωμένο από προκαταλήψεις και προαποφάσεις, τίποτα δε μαθαίνουμε και τίποτα δε διδασκόμαστε για τα ανθρώπινα.

ΚΕΙΜΕΝΟ 3
Το παρόν κείμενο προέρχεται από το βιβλίο του Χόρχε Μπουκάι με τίτλο «Να σου πω μια ιστορία» (2005). Ο αυθεντικός τίτλος της ιστορίας, όπως δημοσιεύεται στο βιβλίο του συγγραφέα, είναι «Το μαγαζί της αλήθειας». Ο Μπουκάι γεννήθηκε το 1949 στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής και είναι γιατρός και ψυχοθεραπευτής. Από τότε που αποφάσισε να ασχοληθεί με τη συγγραφή έως σήμερα, περισσότερα από δώδεκα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε δεκαεπτά γλώσσες και βρίσκονται στις λίστες με τα ευπώλητα βιβλία κάθε χώρας.

Ο άνθρωπος περπατούσε σ’ εκείνα τα σοκάκια της επαρχιακής πόλης.
Είχε χρόνο και γι’ αυτό κοντοστεκόταν για λίγο μπροστά σε κάθε βιτρίνα, σε κάθε κατάστημα, σε κάθε πλατεία.
Στρίβοντας σε μια γωνία βρέθηκε άξαφνα μπροστά σε ένα ταπεινό κατάστημα που η ταμπέλα του ήταν λευκή. Περίεργος, πλησίασε στη βιτρίνα και κόλλησε το πρόσωπο του στο κρύσταλλο για να καταφέρει να δει μέσα στο σκοτάδι…
Το μόνο που φαινόταν ήταν ένα αναλόγιο μ’ ένα χειρόγραφο καρτελάκι που έγραφε: 
Το μαγαζί της αλήθειας.
Ο άνθρωπος έμεινε έκπληκτος. Σκέφτηκε ότι αν και διέθετε ανεπτυγμένη φαντασία, του ήταν αδύνατον να φανταστεί τι μπορεί να πουλούσαν.
Μπήκε.
Πλησίασε την κοπέλα που στεκόταν στον πρώτο πάγκο και τη ρώτησε:
«Συγνώμη. Αυτό είναι το μαγαζί της αλήθειας;».
«Μάλιστα, κύριε. Τι λογής αλήθεια θέλετε; Αλήθεια μερική, αλήθεια σχετική, αλήθεια στατιστική, πλήρη αλήθεια;».
Ώστε, λοιπόν, πουλούσαν αλήθεια. Ποτέ δεν είχε φανταστεί ότι ήταν δυνατόν κάτι τέτοιο. Να πηγαίνεις σ’ ένα μέρος και να παίρνεις την αλήθεια, ήταν υπέροχο.
«Θέλω πλήρη αλήθεια», αποκρίθηκε ο άνθρωπος χωρίς ταλάντευση.
«Είμαι τόσο απηυδισμένος από τα ψέματα και τις πλαστογραφίες», σκέφτηκε. «Δε θέλω άλλες γενικεύσεις, ούτε δικαιολογίες, δε θέλω απάτες, ούτε κοροϊδίες».
«Απόλυτη αλήθεια», διόρθωσε.
«Μάλιστα, κύριε. Ακολουθήστε με».
Η κοπέλα συνόδευσε τον πελάτη σ’ ένα άλλο μέρος του καταστήματος και δείχνοντας έναν πωλητή με αυστηρό ύφος, είπε:
«Ο κύριος θα σας εξυπηρετήσει».
Ο πωλητής πλησίασε και περίμενε τον πελάτη να μιλήσει.
«Ήρθα να αγοράσω την απόλυτη αλήθεια».
«Αχά. Συγνώμη, αλλά γνωρίζετε την τιμή;».
«Όχι. Πόσο κοστίζει;», αποκρίθηκε τυπικά. Στην πραγματικότητα ήξερε ότι θα πλήρωνε όσο όσο για να έχει όλη την αλήθεια.
«Για όλη την αλήθεια», είπε ο πωλητής, «το αντίτιμο είναι ότι ποτέ πια δεν θα έχετε την ησυχία σας».
Ένα ρίγος διέτρεξε τη ράχη του ανθρώπου. Ποτέ δεν είχε φανταστεί ότι το κόστος θα ήταν τόσο υψηλό.
«Ευ-ευχαριστώ… Συγνώμη…», ψέλλισε.
Έκανε μεταβολή και βγήκε από το κατάστημα κοιτώντας το έδαφος.
Ένιωσε λίγο θλιμμένος όταν κατάλαβε ότι δεν ήταν ακόμα προετοιμασμένος για την απόλυτη αλήθεια, ότι ακόμα χρειαζόταν ορισμένα ψέματα για να βρίσκει ανάπαυση, ορισμένους μύθους και εξιδανικεύσεις για να καταφεύγει, ότι ήθελε κάποιες δικαιολογίες για να μην αντιμετωπίζει τον ίδιο του τον εαυτό…
«Ίσως αργότερα», σκέφτηκε.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
ΘΕΜΑ Α
Να αποδοθεί με 70 περίπου λέξεις το περιεχόμενο των τριών πρώτων παραγράφων του 1ου κειμένου.
ΘΕΜΑ Β
1.      «Τη φράση την ακούμε συχνά σε πανηγυρικούς, αυτό όμως μάλλον εξανεμίζει την αξία της παρά την επικυρώνει. «Όλβιος όστις ιστορίας έσχε μάθησιν», είπε λοιπόν ο Ευριπίδης, ποτισμένος αυτός στην ιστορία, όπως κατανοούμε, ακόμα κι αν φαινομενικά μυθολογεί»:  
Να επαναδιατυπώσεις το περιεχόμενο της περιόδου (2ο κείμενο) με πιο απλό τρόπο, προκειμένου να γίνει κατανοητό από όλους τους συμμαθητές σου.
2.      Να συσχετιστούν οι ερωτήσεις της 2ης παραγράφου του 2ου κειμένου με τον τίτλο του.
3.      Ποια είναι τα κυρίαρχα μέσα πειθούς στο δεύτερο κείμενο και ποιος ο ρόλος τους;
4.      Να βρεθούν οι μεταφορές που υπάρχουν στην τελευταία παράγραφο του 2ου κειμένου, να εξηγηθεί ο ρόλος τους, να αποδοθούν με κυριολεκτικό λόγο και στη συνέχεια να επισημανθεί η υφολογική διαφορά που προκύπτει.
ΘΕΜΑ Γ
Με τη βοήθεια των κειμενικών δεικτών να αναδείξεις την άποψη του συγγραφέα για την αλήθεια και να τη σχολιάσεις.
ΘΕΜΑ Δ
 Λαμβάνοντας υπόψη τις απόψεις που διατυπώνονται στα μη λογοτεχνικά κείμενα, να αναπτύξεις σε ένα αποδεικτικό δοκίμιο 350 περίπου λέξεων την άποψη του Αριστοτέλη «φίλος μεν Πλάτων, φιλτάτη δε η αλήθεια» (αγαπητός ο Πλάτωνας, πιο αγαπητή όμως η αλήθεια).
Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΕΓΙΝΕ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΙΚΑ ΜΙΑ ΣΗΜΑΔΙΑΚΗ ΗΜΕΡΑ:ΠΡΩΤΑΠΡΙΛΙΑ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου